ceno

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Λατινικά (la)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ceno < λείπει η ετυμολογία

Ρήμα[επεξεργασία]

ceno (la) (cēnō1, cēnāvī, cēnātum, cēnāre)

  1. γευματίζω
  2. δειπνώ

Κλίση[επεξεργασία]