cerebellum
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
cerebellum < (λόγιο δάνειο) λατινική cerebellum υποκοριστικό < cerebrum
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
cerebellum (en)
- (ανατομία) παρεγκεφαλίδα, μυοσυντονιστικό κέντρο
Λατινικά (la)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- cerebellum < cerebrum < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *ḱara- • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
cerebellum (la) ουδέτερο
Απόγονοι[επεξεργασία]
cerebellum (λατινικά)
Κλίση[επεξεργασία]
Κατηγορίες:
- Λόγια δάνεια από τα λατινικά (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τα λατινικά (αγγλικά)
- Αγγλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (αγγλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
- Ανατομία (αγγλικά)
- Επέκταση ετυμολογίας (λατινικά)
- Λατινική γλώσσα
- Ουσιαστικά (λατινικά)
- Αντίστροφο λεξικό (λατινικά)
- Ανατομία (λατινικά)
- Λέξεις με ετυμολογικούς απογόνους (λατινικά)
- Λατινικά ουσιαστικά Β κλίσης