cerisette

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

cerisette < cerise

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
cerisette cerisettes

cerisette (fr) θηλυκό