chamoiserie

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ʃa.mwa.z(ə).ʁi/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

chamoiserie (fr) θηλυκό

  1. εργαστήρι όπου γίνεται η κατεργασία ορισμένων δερμάτων (προβάτων, κατσικιών, κλπ.) ώστε να γίνουν όσο απαλά όσο και του αίγαγρου
  2. ο κλάδος της βιομηχανίας που ασχολείται με αυτή την κατεργασία

Συγγενικά[επεξεργασία]