charlatan
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
charlatan | charlatans |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
charlatan (en)
- ο τσαρλατάνος, ο κομπογιαννίτης
- ↪ a charlatan with scientific claims - κομπογιαννίτης με αξιώσεις επιστήμονα
Πηγές[επεξεργασία]
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
charlatan (fr)
- o τσαρλατάνος, o θαυματοποιός