chatteries

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
chatteries chatteriess

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

chatteries (fr) θηλυκό, μόνο στον πληθυντικό

  1. τα ζαχαρωτά
  2. (παρωχημένο) τα χάδια