cheesepie

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

cheesepie (en)

  1. τυρόπιτα
  2. (σπάνιο) γλυκιά τυρόπιτα που δεν είναι cheesecake (πχ. τυροπιτάκια Τήνου ή γλυκά σκωτικά που δεν είναι cheesecake)