Μετάβαση στο περιεχόμενο

chronomètre

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
chronomètre < chrono- + -mètre

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /?/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
chronomètre chronomètres

chronomètre (fr) αρσενικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]