chueves
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αραγονικά
(an)
[
επεξεργασία
]
Ετυμολογία
[
επεξεργασία
]
chueves
<
λατινική
Iovis
Ουσιαστικό
[
επεξεργασία
]
chueves
(an)
αρσενικό
(
ημέρα
)
Πέμπτη
Κατηγορίες
:
Προέλευση λέξεων από τα λατινικά (αραγονικά)
Αραγονική γλώσσα
Ουσιαστικά (αραγονικά)
Μέρες της εβδομάδας (αραγονικά)
Αντίστροφο λεξικό (αραγονικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία - Talk
Σελίδες συζήτησης
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Get shortened URL
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Άλλες γλώσσες
Aragonés
Asturianu
English
Magyar
日本語
Kurdî
Polski
Português
Română
Svenska
中文