cirkumflekso
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- cirkumflekso < cirkumfleks- + -o
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | cirkumflekso | cirkumfleksoj |
αιτιατική | cirkumflekson | cirkumfleksojn |
cirkumflekso (eo)