cirurgião
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πορτογαλικά (pt)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
cirurgião (pt) <
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
cirurgião | cirurgiãos |
cirurgião (pt) <
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
cirurgião | cirurgiãos |