cogens

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Λατινικά (la)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

cogens < cogο, συλλέγω, αθροίζω.

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

αναγκαστικό