colloque

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
colloque colloques

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

colloque (fr) θηλυκό