come up
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενεστώτας | come up |
γ΄ ενικό ενεστώτα | comes up |
αόριστος | came up |
παθητική μετοχή | come up |
ενεργητική μετοχή | coming up |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ρήμα
[επεξεργασία]come up (en)
- βγαίνω, ανατέλλω, για τον ήλιο
- προκύπτω
- ↪ A small obstacle came up.
- Προέκυψε μια μικρή δυσχέρεια.
- ↪ A small obstacle came up.
- έρχομαι, κάτι αναφέρεται ή συζητείται
- ↪ Your issue is coming up for discussion tomorrow.
- Η υπόθεσης σου έρχεται για συζήτηση αύριο.
- ↪ Your issue is coming up for discussion tomorrow.
- κοντεύω
- περνάω, ρυθμίζω κάτι μέσα σε δικαστήριο ή επιτροπή
- ↪ I come up before a disciplinary committee.
- Περνώ από πειθαρχικό συμβούλιο.
- ↪ I come up before a judge.
- Περνώ από δίκη.
- ≈ συνώνυμα: come before και go before
- ↪ I come up before a disciplinary committee.
- έρχομαι κοντά κάποιου, προχωρώ προς κάποιον, για να του μιλήσω
- ↪ He came up to me and said…
- Ήρθε κοντά μου και είπε…
- ↪ He came up to me and said…
Πηγές
[επεξεργασία]- come up - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 162, 337, 692-695, 741. ISBN 9780194325684., λήμμα: βγαίνω, έρχομαι, περνώ, προκύπτει