commémoraison
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
commémoraison | commémoraisons |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
commémoraison (fr) θηλυκό
- (παρωχημένο) (θρησκεία) αναμνηστικός εορτασμός ενός αγίου