commande
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
commande | commandes |
commande (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
commande | commandes |
commande (fr) θηλυκό