Μετάβαση στο περιεχόμενο

commemoration

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
commemoration commemorations

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
commemoration < commemorate + -ion

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

commemoration (en) (μετρήσιμο και μη μετρήσιμο)

  • η ανάμνηση
    ⮡  National holidays take place in commemoration of great historical events.
    Οι εθνικές γιορτές τελούνται σε ανάμνηση μεγάλων ιστορικών γεγονότων.