concentrateur

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
concentrateur concentrateurs

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

concentrateur (fr) αρσενικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]