conduct
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία en[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
/ˈkɒndʌkt/, /kənˈdʌkt/
Ρήμα /kənˈdʌkt/[επεξεργασία]
conduct (en)
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Ουσιαστικό /ˈkɒndʌkt/[επεξεργασία]
conduct (en)