config
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
config | configs |
config (en)
- (πληροφορική) συντόμευση του configuration
Εκφράσεις[επεξεργασία]
- config file: αρχείο ρυθμίσεων / αρχείο παραμέτρων