conloco

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Λατινικά (la)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

conloco < cum + loco

Ρήμα[επεξεργασία]

conloco (la) & colloco (conlocō1, conlocāvī, conlocātum, conlocāre)

Κλίση[επεξεργασία]