connexion
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
connexion | connexions |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
connexion (en)
- → δείτε τη λέξη connection
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
connexion | connexions |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
connexion (fr) θηλυκό
- η σύνδεση