connu
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | connu | connus |
θηλυκό | connue | connues |
connu (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | connu | connus |
θηλυκό | connue | connues |
connu (fr)