consequently
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- consequently < consequent + -ly
Επίρρημα[επεξεργασία]
consequently (en) (χωρίς παραθετικά)