considerable
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]παραθετικά | |
θετικός | considerable |
συγκριτικός | more considerable |
υπερθετικός | most considerable |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]considerable (en)
- σημαντικός, αρκετός, που δεν είναι λίγος