constat
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
constat | constats |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]constat (fr) αρσενικό
- η διαπίστωση
- (ειδικότερα) το ειδικό έγγραφο που συμπληρώνεται σε περίπτωση σύγκρουσης δύο οχημάτων και από τους δύο οδηγούς