constraint

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

constraint (en)

  1. περιορισμός
  2. (βάσεις δεδομένων), (relational database), (SQL) ο περιορισμός
    Each column has a name, data type, and the column constraint. SQLite supports PRIMARY KEY, UNIQUE, NOT NULL, and CHECK column constraints.[1]
    Υπώνυμα: check constraint, delete constraint, entity integrity, update constraint, domain

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

  • constraint στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. (αγγλικά) SQLite Create Table, πρόσβαση:2020-01-17