construction worker

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
construction worker construction workers

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
construction worker < → δείτε τις λέξεις construction και worker

Πολυλεκτικός όρος

[επεξεργασία]

construction worker (en)