contravention
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
contravention (en)
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
contravention | contraventions |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
contravention (fr) θηλυκό
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη contrevenir