convolution

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

convolution (en)

  1. (μαθηματικά) συνέλιξη
  2. συστροφή, συσπείρωση, ελίκωση