cooling

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

cooling (en) (μη μετρήσιμο)

  • το κρύωμα
    The tea needs cooling, it is still hot.
    Το τσάι θέλει κρύωμα, είναι ακόμα καυτό.

Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]

cooling (en)