copieux
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | copieux | copieux |
θηλυκό | copieuse | copieuses |
Επίθετο[επεξεργασία]
copieux (fr)
- άφθονος, πλουσιοπάροχος
- (για τροφή) άφθονος, χορταστικός