corneal
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- corneal < cornea
Επίθετο[επεξεργασία]
corneal (en)
- ο σχετικός με τον κερατοειδή χιτώνα
- corneal transplant - μεταμόσχευση κερατοειδούς