corsair
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
corsair (fr) αρσενικό
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
corsair | corsairs |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
corsair (en)
corsair (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
corsair | corsairs |
corsair (en)