cortesia
Εμφάνιση
Ιταλικά (it)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
cortesia | cortesie |
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /kor.teˈzi.a/
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]cortesia (it) θηλυκό
Πορτογαλικά (pt)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /koʁ.teˈzi.ɐ/ (Βραζιλία)
- ΔΦΑ : /kuɾ.tɨˈzi.ɐ/ (Πορτογαλία)
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]cortesia (pt) θηλυκό