Μετάβαση στο περιεχόμενο

coscia

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
coscia < λατινική coxa

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
coscia coscie

coscia (it) θηλυκό