cotonnier
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
cotonnier | cotonniers |
cotonnier (fr) αρσενικό
Επίθετο
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | cotonnier | cotonniers |
θηλυκό | cotonnière | cotonnières |
cotonnier (fr)
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη coton