crise

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
crise crises

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

crise (fr) θηλυκό