Μετάβαση στο περιεχόμενο

crossword

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
crossword crosswords

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
crossword < cross + word

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

crossword (en)

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]