cudzoziemka
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
→ δείτε τη λέξη cudzoziemiec
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
cudzoziemka (pl) θηλυκό
- η αλλοδαπή
→ δείτε τη λέξη cudzoziemiec
cudzoziemka (pl) θηλυκό