cul-de-poule
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
cul-de-poule | culs-de-poule |
cul-de-poule (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
cul-de-poule | culs-de-poule |
cul-de-poule (fr) αρσενικό