customise

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

ενεστώτας customise
γ΄ ενικό ενεστώτα customises
αόριστος customised
παθητική μετοχή customised
ενεργητική μετοχή customising

Ετυμολογία [επεξεργασία]

customise < custom + -ise

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈkʌst.ə.maɪ̯z/

Ρήμα[επεξεργασία]

customise (en) (βρετανική γραφή)

  1. προσαρμόζω
  2. εξατομικεύω
  3. εξειδικεύω
  4. φέρνω στα μέτρα μου, κατασκευάζω κάτι σύμφωνα με τις προσωπικές προτιμήσεις ή προδιαγραφές.
    ※  This allows users to customize their applications without having to alter the application. (from a Python tutorial)[1]
    Αυτό επιτρέπει στους χρήστες να προσαρμόζουν τις εφαρμογές τους χωρίς να χρειάζεται να αλλάξουν την εφαρμογή.

Άλλες γραφές[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

  • → δείτε τη λέξη custom

Αναφορές[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]