cut one's losses

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Έκφραση[επεξεργασία]

cut one's losses

  • τα παρατώ πριν έρθουν τα χειρότερα