Μετάβαση στο περιεχόμενο

cyclone

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
cyclone < ονομασία που δόθηκε από τον Henry Piddington, κάπου στη δεκαετία του 1840, από το κύκλος ή από το κυκλόω (υπάρχουν διαφωνίες και για το έτυμο και για το έτος)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

cyclone (en)

  1. (μετεωρολογία) ο κυκλώνας

Συγγενικά

[επεξεργασία]



Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /si.klon/
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
cyclone cyclones

cyclone (fr) αρσενικό

  1. (μετεωρολογία) ο κυκλώνας