czasopismo
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˌt͡ʃ̑asɔˈpʲismɔ/
- ⓘ
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
czasopismo (pl) ουδέτερο
- περιοδικό (έντυπο που εκδίδεται σε τακτά χρονικά διαστήματα)