décaler

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /de.ka.le/

Ρήμα[επεξεργασία]

décaler (fr)

  1. (σπάνιο) βγάζω τα υποστηρίγματα από κάτι
  2. μεταθέτω ελαφρά κάτι από την κανονική του θέση, μετατοπίζω

Δείτε επίσης[επεξεργασία]