découverte
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
découverte | découvertes |
découverte (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
découverte | découvertes |
découverte (fr) θηλυκό