démangeaison
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
démangeaison | démangeaisons |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
démangeaison (fr) θηλυκό
- η φαγούρα
ενικός | πληθυντικός |
démangeaison | démangeaisons |
démangeaison (fr) θηλυκό