dénonciateur
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /de.nɔ̃.sja.tœʁ/
Επίθετο[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | dénonciateur | dénonciateurs |
θηλυκό | dénonciatrice | dénonciatrices |
dénonciateur (fr)