Μετάβαση στο περιεχόμενο

département

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
département < λείπει η ετυμολογία

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
département départements

département (fr) αρσενικό

  1. ο νομός
  2. το τμήμα